Η Βιβή Μπάµπα γεννήθηκε το 1981 στο Χάγκεν της Γερµανίας και σε µικρή ηλικία ήρθε στην Ελλάδα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης, όπου έκανε και το µεταπτυχιακό της στην Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία και Πολιτισµό µε διπλωµατική εργασία πάνω στη Σηµειωτική, ενώ παράλληλα έχει επιµορφωθεί στην Εκπαιδευτική Ψυχολογία και τη Συµβουλευτική. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθµια Εκπαίδευση και από τη θέση της αυτή προσπαθεί να µεταδώσει στους µαθητές την αγάπη για τη λογοτεχνία και τη δηµιουργική γραφή. Ξεκίνησε να γράφει ποιήµατα από µικρή ηλικία, τα οποία διάβαζε και έδινε σε συµµαθητές και φίλους. Αγαπά τη διδασκαλία, τις τέχνες, τον αθλητισµό και να µεγαλώνει τα τρία της παιδιά.
ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΝΟΥ
Είναι μεγάλη τιμή για μένα και ευχαριστώ θερμά την κυρία Βιβή Μπάμπα για την ευκαιρία που μου έδωσε να προλογίσω αυτό το βιβλίο, το παρθενικό της ξεκίνημα, την πρώτη ποιητική της συλλογή με τίτλο “Εν αρχή ην…” των εκδόσεων ΠΗΓΉ.
“Εν αρχή ην…” Όταν ο χρόνος αρχίσει να μετρά… και η σημερινή επίσημη είσοδός της στα ελληνικά γράμματα, αλλά πριν την καλωσορίσουμε… θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω από την ίδια, το βιογραφικό της διότι έχει σημασία περισσότερη κι από το έργο της, να γνωρίσουμε και να μάθουμε για αυτή όσα δεν ξέρουμε, όσα δεν μπορούμε να φανταστούμε διαβάζοντας τα ποιήματά της ή βλέποντας ένα πορτρέτο της, μια φωτογραφία που απεικονίζει την ευγενική φυσιογνωμία της, το αρμονικό της πρόσωπο.
Η κυρία Μπάμπα γεννήθηκε στο Χάγκεν της Γερμανίας από Έλληνες γονείς, αλλά μεγάλωσε στην Ελλάδα, όπου επέστρεψε σε μικρή ηλικία. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και στη συνέχεια έκανε εκεί και το μεταπτυχιακό της στην Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία και τον Πολιτισμό με διπλωματική εργασία πάνω στη Σημειωτική, ενώ παράλληλα έχει επιμορφωθεί στην Εκπαιδευτική Ψυχολογία και τη Συμβουλευτική.
Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθµια Εκπαίδευση, αγαπά τη διδασκαλία, τις τέχνες, τον αθλητισμό και από τη θέση της αυτή προσπαθεί να μεταδώσει στους μαθητές της την μεγάλη αγάπη που τρέφει για τη λογοτεχνία. Μια αγάπη όμως που σαν τρίτεκνη μητέρα εκφράζει και σαν αποστολή, σαν καθήκον προς την οικογένεια της, καθώς οφείλει να είναι υποδειγματική σύζυγος, να φροντίζει τον σύντροφο της, να μεγαλώσει με αρχές, στοργή, αγάπη και τρυφεράδα τα τρία της παιδιά.
Την Βιβή Μπάμπα δεν την ήξερα, τα εύσημα τα πήρε μέσα από τις διηγήσεις των παιδιών μου, τις μαθήτριες της, από την Ελισάβετ και την Αριάδνη, από εκεί τη γνώρισα. Παρά τις περί του αντιθέτου απόψεις πιστεύω ότι τελικά δεν είναι σπάνιο πράγμα να αγαπάς τη δουλειά σου και να την κάνεις σωστά. Το σπάνιο, είναι να έχεις ταλέντο σε αυτό που κάνεις, να είσαι γεννημένος ή γεννημένη γιαυτό και η Βιβή Μπάμπα είναι μια χαρισματική εκπαιδευτικός, με εξαιρετική μεταδοτικότητα, με έναν περίεργο, παλαιομοδίτικο, αλλά ελκυστικό, κεντροευρωπαϊκού τύπου ρομαντισμό, ταγμένη ψυχή τε και σώματι σε αυτό τον σκοπό. Ωστόσο μέσα στο βάθος της ψυχής της, όπως όλοι μας, έκρυβε και η Βιβή Μπάμπα ένα σκοτεινό μυστικό…
Ένα μυστικό που δεν είχε σχέση με το όνομα της, παρότι κάθε φορά που λέω Βιβή Μπάμπα, μου έρχεται στο μυαλό η Βάνα Μπάρμπα, κάτι που γενικά είναι καλό αφού έτσι θα αποτυπωθεί συνειρμικά στη συλλογική μνήμη με μικρότερη προσπάθεια.
Η Βιβή Μπάμπα λοιπόν όπως μας εκμυστηρεύεται στο εξώφυλλο του βιβλίου της ξεκίνησε να γράφει ποιήματα από μικρή ηλικία, τα οποία διάβαζε και τα μοιραζόταν με συμμαθητές και φίλους. Στην τρυφερή της ηλικία, αποκάλυψε, εκμυστηρεύτηκε λόγω παρόρμησης αυτό το πολύτιμο μυστικό στους συνομηλίκους της, το μοιράστηκε μαζί τους. Στη ζεστασιά, στη θαλπωρή της παιδικής παρέας έβγαλε από μέσα της, επικοινώνησε όλη την ευαισθησία που έκρυβε στην ψυχούλα της. Στα παιδικά τους μάτια, αυτό το σιωπηλό, εσωστρεφές κορίτσι, αυτή η συμμαθήτρια τους, η Βιβή, μεταμορφώθηκε, εξυψώθηκε, έγινε κάτι σαν σούπερ ήρωας. Αλλά και η ίδια εθίστηκε σε αυτή τη μεταμόρφωση. Από εκείνη τη μέρα δεν ήταν η ίδια. Όταν ένιωθε να τη βαραίνει ο κόσμος, τα μαθήματα, το σπίτι, έγραφε έφτιαχνε ένα καινούργιο ποίημα. Που άλλοτε το διάβαζε στη σχολική της παρέα, στους φίλους και τις φίλες της, άλλοτε το έβαζε στο συρτάρι της. Αυτή η ιστορία δεν αφορά μόνο την Βιβή, αφορά όλα τα παιδιά που έχουν μάθει να γράφουν, που αποτυπώνουν όλα τα εσώψυχα, όλα τα έντονα συναισθήματά τους στο χαρτί.
Μόνο που για τη Βιβή δεν σταμάτησε εκεί. Η ιστορία της συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της ζωής της. Ενήλικας πλέον, δεν ξέρω αν στη γραφή την παρακίνησε ο έρωτας, αυτός ο μικρός Θεός, ο μυημένος στην τέχνη της αποπλάνησης, ή αν δεν έγγραφε τότε απλώς το ζούσε όπως οι περισσότεροι άνθρωποι. Δεν ξέρω αν η αιτία που συνέχισε να γράφει ήταν ο χρόνος, πίσω από τον οποίο κρύβεται το αποτρόπαιο, ο θάνατος. Αν αυτό εντέλει την παρακίνησε, αν ενεργοποίησε, σαν βραδυφλεγές φιτίλι την έκρηξη στην δημιουργικότητα της. Εκείνο που ξέρω είναι ότι αρκετές δεκαετίες μετά είχε πολλά να πει μέσα από την ποίηση της και τα είπε. Απόδειξη είναι το σημερινό της πόνημα, ένας καρπός του χρόνου. Λέει ο Μπλέηκ ο σοφότερος των αγγλοσαξόνων, ο πρίγκιπας των ρομαντικών ποιητών, ότι «Η αιωνιότητα είναι ερωτευμένη με τους καρπούς του χρόνου».
Απαντά η ποιήτρια:
Μετρώ τον χρόνο στα σημάδια που αφήνει στο κορμί μου,
εργαλείο που δέχθηκα για να γνωρίσω τον κόσμο,
γήινο και εφήμερο σε κάθε κύτταρο μου,
να νιώσω και να αφεθώ στον χρόνο
που μετρά αντίστροφα τα σημάδια
που υπολείπεται να μου χαρίσει
μνήμες ζωής και κειμήλια θανάτου
αργά και σταθερά σε όσο μου απομένει…
Όμως το βάρος του χρόνου έχει αρχίσει να είναι ανελέητο και για την ποιήτρια. Βλέπει τα σημάδια που αφήνει πάνω στο κορμί, στο σπίτι της ψυχής, στο εφήμερο σαρκίο μας και τα παρατηρεί με θλίψη, πόνο και νοσταλγία. Μια νοσταλγία που τρυπάει το μυαλό…
Με αυτό το σώμα μεγάλωσα,
άλλαξα και μεταμορφώθηκα,
από παιδί σε ενήλικα,
από άνθρωπο σε μάνα,
Με αυτό το σώμα πορεύτηκα
και προχωρώ ώσπου να τ’ αφήσω
αφού ευχαριστήσω για τις στιγμές που δέχθηκα.
Ο χρόνος όταν είναι μεθυσμένος από τα νιάτα και τον έρωτα διαγράφει καμπυλόγραμμες τροχιές. Στην πραγματικότητα κινείται μπρος-πίσω σε ευθεία γραμμή. Η αναμονή πάλι όταν το ζητούμενο είναι ο έρωτας είναι ένας νεκρός, χαμένος χρόνος. Εκεί κρύβεται η προσδοκία της ηδονής, εκεί όμως καραδοκεί και το αίσθημα της απώλειας. Είναι ένα ντέρμπι με αμφίρροπο αποτέλεσμα… Μας αποκαλύπτει η ποιήτρια:
Είπες πως θα ρθεις κι εγώ περίμενα
σαλβαδορικοί λεπτοδείκτες στου πίνακα την ώρα,
έλιωνα σε κάθε χτύπο μαζί με το γαλάζιο της τέμπερας
Η υπόσχεση μετέωρη φτερούγιζε πάνω από το κεφάλι μου
βουβός ενοχλητικός στο τύμπανο μέσα, σαν ουρά,
συρόμενη κροταλία που ανακοινώνει το πέρασμα του
υπερφίαλη πορεία, υπερήφανης ανακοίνωσης:
έρχομαι για σένα. Κι εσύ δεν ήρθες!
Αυτός ο χρόνος, ο πανδαμάτορας, αυτός που κλείνει τις πληγές της ψυχής, αλλά και ο αμείλικτος, ο σκληρός και άδικος, αυτός που δεν κάνει σκόντο σε κανένα, δεν μας κάνει τη χάρη, δεν σταματάει, δεν κυλάει πιο αργά, αυτός ο χρόνος άφησε τα σημάδια του και πάνω στην ποίηση της Βιβής Μπάμπα. Η ποιήτρια φαίνεται ότι γνωρίζει ένα κοινό μυστικό: ο άνθρωπος είναι το μοναδικό πλάσμα στη Γη μας που διδάσκεται ότι κάποια μέρα θα πεθάνει. Η θνητότητα της ύπαρξης, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο δραματική δεν παύει να μας βασανίζει, να διαπερνάει τη σκέψη μας, να μας αποσπά από την αποστολή μας. Φανταστείτε τον άνθρωπο, καταδικασμένο για το προπατορικό αμάρτημα από μια άδικη μοίρα, από έναν σκληρό Θεό. Ο Θάνατος παγωμένος σαν τα κρύα δάχτυλα της χειμερινής τραμουντάνας, μας σπρώχνει στη γη, ιππεύει τον χρόνο και σιγά σιγά κάθε φορά που συλλογιζόμαστε, μας κυριεύει.
Η ποιήτρια μας κάνει διάλογο με τον τραγικό, αλλά γοητευτικό αιώνιο έφηβο Κώστα Καρυωτάκη. Λέει ο ποιητής:
Θάνατος είναι οι κάργιες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια
Θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζανε κρεμμύδια…
Και απαντά η ποιήτρια:
Θάνατος είναι κάθε χωρισμός
μικρός ή παντοτινός
με μάτια που ήθελες να βλέπεις
με χέρια που ήθελες να αγγίξεις
με λόγια που ήθελες να πεις
σε αυτούς που ήθελες να έχεις κοντά
κι ο θάνατος – αυτός ο αθάνατος – σας χωρίζει.
Ο Έρωτας, ο Χρόνος και ο Θάνατος. Η πεμπτουσία του «είναι» μας χαράσσεται γύρω και πάνω από αυτές τις τρεις βασικές παραμέτρους της ζωής. Η επιλεκτική συγγένεια των ανθρώπων της διανόησης, το τρίπτυχο που βρίσκεται στον πυρήνα της σκέψης των συγγραφέων και των ποιητών όλου του κόσμου. Βεβαίως εξαρτάται πως θα το εκφράσουν. Αυτό δίνει την ποιότητα και στο περιεχόμενο του έργου τους. Δεν σας κρύβω ότι αυτό το τρίπτυχο τυράννησε κι μένα στο τελευταίο βιβλίο μου, μια επιλεκτική συγγένεια που με έφερε ακόμη πιο κοντά στην ποίηση της Βιβής Μπάμπα. Ο Έρωτας για να νικήσει τον Θάνατο. Σε αυτή την αιώνια πάλη, μεταξύ των δύο βασικών πυλώνων της ύπαρξης, του Έρωτα που φέρνει τη Ζωή και του Θανάτου που την παίρνει, ποντάρει η ποιήτρια όλα τα λεφτά της στον Έρωτα, κι ας μην το ξέρει… Στο καλοκαίρι, σε ένα από τα ωραιότερα ερωτικά ποιήματα που έχω διαβάσει:
Κολλάει το σώμα
ονειρεύεται φθινοπωρινά δειλινά
μα τα αναψοκοκκινισμένα μάγουλα
μαρτυρούν πως πάντα θα περιμένουν
το καλοκαίρι να ρχεται
κρυφά μες το δωμάτιο
να ζεσταίνει τα σώματα
που ποθούν τη σωτηρία…
Αξίζει συγχαρητήρια, η Βιβή Μπάμπα, διότι εκτός από χαρισματική εκπαιδευτικός διαθέτει το τάλαντο της ποίησης. Ένα μεγάλο εύγε στην ποιήτρια διότι είχε την ορμή και την τόλμη να εκθέσει τον εαυτό της σε κοινή θέα, να ξεγυμνωθεί μπροστά σας, να εμφανιστεί με τα χρυσά της και με τα κακά της. Διότι η πιο ριζοσπαστική πράξη στη ζωή, είναι να ακολουθήσεις το μονοπάτι σου, τη ροπή σου που όσο κι αν την πολέμησες, όσο κι αν την έθαψες στα βάθη του ασυνείδητου, όσο κι αν προσπάθησες να την λησμονήσεις, να πεις ότι οι υποχρεώσεις, το καθήκον, άλλα πράγματα είναι σημαντικά στη ζωή, άλλα έχουν αξία, εκείνη εξακολουθεί να είναι ζωντανή, εξακολουθεί να αναπνέει μέσα σου, εξακολουθεί να είσαι ΕΣΥ. Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα από το να την αγνοήσεις… Μοναδικό δικαιώμα και υποχρέωση σου είναι να τη σεβαστείς.
Αγαπητή μου, Βιβή Μπάμπα με μεγάλη χαρά και ακόμη μεγαλύτερη τιμή χαιρετίζω την παρουσία και τη συμμετοχή σου στα ελληνικά γράμματα.