Η Κινηματογραφική Λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ-3 και το ΚΕMΕΣ προβάλλουν ως κλείσιμο του επιτυχημένου αφιερώματός τους «Καθώς κυλούν τα δάκρυά μας» τη Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου στις 22:00’ στο θερινό σινεμά ΑΠΟΛΛΩΝ (Σαρανταπόρου 4 – Βασιλέως Γεωργίου, τηλ. 2310828642) το δραματικό νουάρ του Τζορτζ Κιούκορ «Εφιάλτης» (ΗΠΑ, 1944, ασπρόμαυρη, 114’). Παίζουν: Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Σαρλ Μπουαγιέ, Τζόζεφ Κότεν, Άντζελα Λάνσμπουρι. Από τις 21:00 ως τις 22:00 θα προηγηθεί μουσικός πρόλογος με τη Σοφία Νάτσιου.
Θα προλογίσει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου, του οποίου έντυπη ανάλυση θα διανεμηθεί στους θεατές, ενώ στο τέλος της προβολής θα ακολουθήσει μακρά συζήτηση με το κοινό.
Το προς συζήτηση θέμα στο σεμινάριο για τον κινηματογράφο θα είναι: Οι εσωτερικές ανατροπές στο φιλμ νουάρ: Ηθική κάθαρση ή έντονη κριτική;
Μια λυρική τραγουδίστρια επιστρέφει μετά από δέκα χρόνια στο σπίτι της θείας της στο Λονδίνο.Η θεία είχε πεθάνει με μυστηριώδη τρόπο και η γυναίκα έχει από τότε μια φοβία. Όλα δείχνει να τα έχει ξεπεράσει χάρις στην φροντίδα του γοητευτικού συζύγου. Όμως παράξενοι θόρυβοι, τριγμοί και άλλα φαινόμενα την φέρνουν στον χώρο της παράνοιας.
Η ανάλυση που θα διανεμηθεί είναι η ακόλουθη:
«Βικτωριανή Αγγλία. Μια λυρική τραγουδίστρια, η Πόλα, επιστρέφει μετά από δέκα χρόνια στο σπίτι της θείας της στο Λονδίνο με τον σύζυγό της Αντον.Η θεία είχε πεθάνει με μυστηριώδη τρόπο και η γυναίκα έχει από τότε μια τραυματική εμπειρία και μια φοβία. Όλα αυτά δείχνει να τα έχει ξεπεράσει χάρις στον έρωτα και την φροντίδα του γοητευτικού συζύγου. Όμως παράξενοι θόρυβοι, τριγμοί και άλλα φαινόμενα την φέρνουν στον χώρο της παράνοιας.
Ένα θεατρικό έργο μεταφέρεται μέσα σε κλειστοφοβικά εσωτερικά ντεκόρ, ενώ η υπέροχη φωτογραφία του «μάγου» Τζότζεφ Ράτενμπεργκ στην κυριολεξία ζωντανεύει σκιές με τους φωτισμούς υποβλητικούς να τονίζουν την απειλή. Αργοί, ατμοσφαιρικοί ρυθμοί, σ’ένα κλασικού τύπου γοτθικό μελόδραμα εξπρεσιονιστικής αισθητικής. Οι συγκρίσεις είναι χρήσιμες και αναγκαίες. Πώς θα γύριζε άραγε αυτό το φίλμ ο Χίτσκοκ και πώς ο Σιόντμακ; Ο πρώτος σίγουρα θα το διάνθιζε με τρομερή ειρωνεία και ο δεύτερος με σκοτεινούς υπαινιγμούς, νύξεις και επικρίσεις.
Ο Κιούκορ επιλέγει την δαντελένια οδό της πολιτικά ορθής λύσης, την οποία όμως, ως μέγας δημιουργός, την υπονομεύει. Ας πούμε, πόσο πού εύκολα υποκύπτει η Πόλα στον ΄Αντον, αφήνεται κυριολεκτικά στο φλέρτ του. Αλλά και προς το τέλος η αδιαφορία της για το τρομερό δράμα που πέρασε και το «πέσιμό» της στα γρήγορα σε άλλη ανδρική αγκαλιά, κάτι δείχνει. Δεν είναι μόνον το ευάλωτό της η εξάρτηση πάντα από άλλον αλλά και η ευκολία και η επιπολαιότητά της.
΄Ενας λευκός «εύκολος» άγγελος εμπλεγμένος σε μια σκοτεινή συνωμοσία. Τελικά ποιος είναι ΗΘΙΚΑ ο πιο κακός; Τα αργά τράβελινγκ του Κιούκορ,τα έξυπνα πλαναρίσματα και το ελαφρά παραισθητικό κλίμα αυξάνουν την ένταση που κινδυνεύει κάποιες φορές να χαθεί από τους πλατυασμούς της αφήγησης. Το μεταμοντέρνο, στο όλο θέμα, είναι αρχικά το δίλημμα περί ηθικής που κρύβεται εξαιρετικά, και η ηθοποιία της Μπέργκμαν ,που περνάει τον πήχυ του κανονικού και οδηγείται σε μια υπερβάλουσα διάσταση των συμπεριφορών της, δίνοντας την αίσθηση της ταχύτατης εναλλαγής της.
Είναι επίσης το ντεκαλάζ, με την αφήγηση να είναι αργή και την γυναίκα υπερταχεία. Κι ακόμα η διαχείριση ενός υλικού που πρέπει να διεκπεραιωθεί με αρχή-μέση-τέλος, μυστήριο-εξέλιξη-λύση, για να αναγκαστεί ο θεατής να σκεφτεί τι θα συμβεί μετά το τέλος. Το ασύμμετρο τελικά είναι ο Μπουαγιέ ή η Μπέργκμαν; Ιδού η απορία. Αυτή τελικά η ταινία δεν είναι χιτσκοκικό γλυκό αλλά κρυφό δηλητήριο. Ποιός ταυτίζεται με την Μπέργκμαν και γιατί;»
ΔΕΚΑ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΣΕΤΕ ΤΟΝ «ΕΦΙΑΛΤΗ»
Εξάλλου, 10 λόγοι για να μη χάσετε τον Εφιάλτη, σύμφωνα με τη Λέσχη, είναι:
Γιατί πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα μεταφορά θεατρικού έργου στον κινηματογράφο.
Για τους εξαιρετικούς ρόλους, μόνο που η Μπέργκμαν κάνει overacting, το οποίο δε γνωρίζουμε αν είναι τυχαίο ή υποβολιμαίο από τον Κιούκορ.
Για τα εξαιρετικά κλειστοφοβικά ντεκόρ, την υπέροχη φωτογραφία του Τζόζεφ Ράτενμπεργκ, τους φωτισμούς και το όλο στυλ.
Για το κινηματογραφικό είδος που υπηρετεί, που είναι ένα γοτθικό μελόδραμα με εξπρεσσιονιστική αισθητική αλλά και ένα νουάρ.
Για τα αργά τράβελινγκ του Κιύυκορ, τα έξυπνα πλαναρίσματα και το ελαφρά παραισθητικό κλίμα.
Για τη σύγκριση που πρέπει να κάνουμε, πως θα γύριζαν το φιλμ οι Ευρωπαίοι Χίτσκοκ και Σιόντμακ. Σίγουρα ο Χίτσκοκ με πολλές κρυφές ειρωνείες και ο Σιόντμακ με πολλές κοινωνικές επικρίσεις.
Γιατί η ματιά του Κιούκορ είναι διφορούμενη στη σκιαγράφηση αυτού του λευκού και “εύκολου” αγγέλου, μπλεγμένου σε μια συνομωσία.
Για τα ερωτήματα που βάζει από μόνη της η ταινία σχετικά με το ποιό είναι το ασύμμετρο σε αυτή τη μυθοπλασία.
Γιατί ο ακαδημαϊκός Κιούκορ πίσω από το “γλυκό” της επιφάνειας της ιστορίας, μας προσφέρει ένα ύπουλο δηλητήριο.
Γιατί αν συγκρίνουμε αυτή την ταινία, που γυρίστηκε στα 1944, με άλλα κορυφαία νουάρ της χρονιάς πχ Με διπλή ταυτότητα και Η γυναίκα-φάντασμα, βγαίνουν πολύ ενδιαφέροντα και χρήσιμα συμπεράσματα για όλους.
Υ.Γ. Τη Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου στις 21.30 η Κινηματογραφική Λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ-3 και το ΚΕΜΕΣ προβάλλουν άνοιγμα του νέου αφιερώματός τους Στον δάσκαλο Μελβίλ το νεονουάρ του Ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο (1967).