Η Βικτόρια Χίσλοπ ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους, κάνοντας αρχικά μνεία στην εμπειρία της ως ambassador της Αγοράς: «Ήρθα εδώ ως προσκεκλημένη της Αγοράς με τη σκέψη να βοηθήσω ορισμένους από τους νεότερους δημιουργούς να βρουν έμπνευση και να τους ενθαρρύνω στο έργο τους. Φυσικά, η ζωή δεν είναι ποτέ όπως την περιμένεις, καθώς ήμουν εγώ που τελικά ανακάλυψα εξαιρετικές πηγές έμπνευσης. Είδα εικόνες στην οθόνη που πολλές φορές με συγκίνησαν, εικόνες σοκαριστικές, εξυψωτικές, μερικές φορές αστείες – όλες αυτές τις διαφορετικές πτυχές της κινηματογραφικής δημιουργίας, οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά των λόγων για τους οποίους το κοινό βλέπει μια ταινία. Έχω εμπνευστεί βαθιά από τις διαπολιτισμικές συνεργασίες, στοιχείο που με έκανε να αναλογιστώ το πλούσιο πολυσυλλεκτικό παρελθόν της Θεσσαλονίκης, πλάθοντας στη φαντασία μου μια ιδανική πολυπολιτισμική πόλη, με πληθυσμό από ορθόδοξους, μουσουλμάνους και εβραίους που συμβίωναν με έναν πολύ δημιουργικό και αρμονικό τρόπο. Φτάνοντας, λοιπόν, στο Φεστιβάλ σκέφτηκα πόσο σημαντικές είναι αυτές τις συνεργασίες μεταξύ διαφορετικών χωρών, πέρα από τα σύνορα, και πώς η τέχνη μπορεί να ξεπεράσει τις συγκρούσεις με τον πιο απλό και αβίαστο τρόπο. Βλέποντας σε αυτό το καταπληκτικό πρόγραμμα τόσα πολλά πρότζεκτ όπου ενδέχεται να συνεργάζονται τρεις, τέσσερις ή και πέντε χώρες, καθώς και άνθρωποι από όλα αυτά τα μέρη, με σκοπό να δημιουργήσουν ένα έργο που τελικά θα προβληθεί σε ολόκληρο τον κόσμο, νιώθω πως βαδίζουμε προς μια πολύ σωστή και ισχυρή κατεύθυνση», δήλωσε αρχικά η διάσημη συγγραφέας.
«Η δική μου σχέση με τη Θεσσαλονίκη είναι πολύ έντονη. Δεν ξέρω αν αυτός είναι ο λόγος που έλαβα αυτή την τιμητική πρόσκληση, αλλά το τρίτο μου μυθιστόρημα, Το νήμα, διαδραματίζεται στη Θεσσαλονίκη. Του έδωσα αυτόν τον τίτλο γιατί διέκρινα ένα νήμα που είχε κάποτε διατρέξει όλες αυτές τις διαφορετικές κουλτούρες, και αυτή ακριβώς η συνθήκη σχετίζεται άμεσα με το Φεστιβάλ. Υπάρχει ένα καταπληκτικό νήμα, το οποίο κατά κυριολεξία συνδέει όλους αυτούς τους ανθρώπους που βρίσκονται εδώ με έναν κοινό σκοπό. Όλοι οι νεότεροι άνθρωποι εκεί έξω, άνθρωποι στα 20 και 30 τους, είναι εκείνοι από τους οποίους θα αντλήσω τις πιο έντονες αναμνήσεις επιστρέφοντας στο Λονδίνο. Οι νέοι παραγωγοί και σκηνοθέτες που βρέθηκαν εδώ αυτή την εβδομάδα χρειάζονται περισσότερο από ποτέ την ενθάρρυνσή μας για να δημιουργήσουν και να συνεχίσουν να αισθάνονται ότι μπορούν να επηρεάσουν τον κόσμο με τις ιδέες τους. Ως πρέσβειρα της Αγοράς ένιωσα βαθιά συνδεδεμένη μαζί τους και απόλυτα πεπεισμένη ότι αποτελούν το αύριο του κινηματογράφου. Με έναν τρόπο, έχουν πολλά μας διδάξουν. Οι άνθρωποι που γνώρισα εδώ είναι όλοι τους ανοιχτόμυαλοι, φιλελεύθεροι και γεμάτοι αυτοπεποίθηση – κι αυτό είναι μια υπέροχη πτυχή της Αγοράς για μένα», προσέθεσε η Βικτόρια Χίσλοπ.
Σε ερώτηση της Δήμητρας Νικολοπούλου σχετικά με τη σημασία της ταυτότητας, ειδικά στους νέους ανθρώπους και δημιουργούς, η Βικτόρια Χίσλοπ ανέφερε: «Νιώθω πολύ κοντά στην Ελλάδα. Έχω ελληνική υπηκοότητα και περνάω πολύ χρόνο εδώ, οπότε έχω εμβαθύνει αρκετά στην ελληνική ταυτότητα. Κατά τη γνώμη μου, η αίσθηση του να είσαι Έλληνας είναι πιο ισχυρή τώρα από την αίσθηση του να είσαι Βρετανός, την οποία συναισθάνομαι πλέον ολοένα και λιγότερο. Προσωπικά μιλώντας, δεν ταυτίζομαι πια με το να είμαι Βρετανίδα, κι αυτο συνέβη κατά κύριο λόγο εξαιτίας του Brexit. Εμείς που θέλαμε να παραμείνουμε Ευρωπαίοι, βρεθήκαμε ξαφνικά στη μειοψηφία. Εκείνη την ημέρα, ένιωσα ότι η Βρετανία συρρικνώθηκε. Από τότε που πήγαινα σχολείο ένιωθα ότι ήμουν Ευρωπαία. Ανέκαθεν ήθελα να μάθω γλώσσες όπου και όποτε είχα τη δυνατότητα. Στο σχολείο μαθαίναμε Γερμανικά, Γαλλικά και Ισπανικά, και φανταστείτε πως μιλάμε για ένα απλό δημόσιο σχολείο. Μαθαίναμε, επίσης, Λατινικά και Αρχαία Ελληνικά. Με αυτόν τον τρόπο, η Ευρώπη έγινε ο τόπος στον οποίο ζούσα. Η ταυτότητα για μένα, και ελπίζω για πολλούς νεότερους ανθρώπους, συνδέεται με το ότι νιώθουν την Ευρώπη ως τη χώρα τους. Όσον αφορά την ελληνική ταυτότητα, δεν θα ήθελα να δω τους Έλληνες να χάνουν την αίσθηση του έθνους που τους χαρακτηρίζει, αλλά να αυτοπροσδιορίζονται ως ένα έθνος με σύνορα που σταδιακά υποχωρούν, επιτρέποντας την είσοδο άλλων επιρροών. Για να είμαι ειλικρινής, νομίζω πως κάτι τέτοιο ήδη συμβαίνει», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αμέσως μετά, μιλώντας για την πρόσκληση της Αγοράς, αλλά και για τη συνεργασία με την Αγγελική Βέργου, η Βικτόρια Χίσλοπ δήλωσε: «Η Αγγελική ήταν από την πρώτη στιγμή εκεί, κρατώντας το χέρι μου. Η Αγγελική κι εγώ συναντηθήκαμε στην Αθήνα, όταν και μου εξήγησε λεπτομερώς σε τι συνίσταται η Αγορά. Είχα ακούσει πολλά για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και η λέξη “διεθνές” είναι πάντα πολύ ελκυστική. Ωστόσο, η Αγορά είναι για μένα το πιο σημαντικό κομμάτι του Φεστιβάλ γιατί καθρεφτίζει το μέλλον. Αυτή την εβδομάδα, έχω περάσει αρκετές φορές από τον χώρο όπου οι νεότεροι σκηνοθέτες και σεναριογράφοι κάθονται στο ίδιο τραπέζι με παραγωγους, οι οποίοι έρχονται να συνομιλήσουν μαζί τους και να τους βοηθήσουν στο επόμενο βήμα».
Στη συνέχεια, τον λόγο πήρε η Αγγελική Βέργου, η οποία αναφέρθηκε στον διεθνή χαρακτήρα και και προσανατολισμό της Αγοράς. «Πολλές φορές αστειευόμαστε με την ομάδα της Αγοράς ότι η δουλειά μας μοιάζει με παζλ. Όταν λαμβάνουμε τις αιτήσεις, διαβάζουμε τα σενάρια και βλέπουμε αποσπάσματα από τις ταινίες, είναι για μας σαν ένα παζλ που πρέπει να συμπληρώσουμε ώστε να έχουμε δείγματα από ολόκληρη την περιοχή αλλά και από όλα τα είδη που εκπροσωπούμε. Προσπαθούμε παράλληλα να εξασφαλίσουμε διαφορετικά επίπεδα χρηματοδότησης ώστε οι δημιουργοί να λάβουν την ανάλογη βοήθεια και υποστήριξη. Βασικά, είναι σαν να κάνουμε ένα προξενιό. Αποφασίζουμε ότι “αυτό το έργο ταιριάζει με αυτό το άτομο” και μετά περιμένουμε να δούμε αν θα συμβεί η μαγεία, αν η χημεία θα λειτουργήσει», ανέφερε σχετικά.
«Είναι σαν μια μεγάλης κλίμακας άσκηση Tinder», αστειεύτηκε η Βικτόρια Χίσλοπ, για να προσθέσει αμέσως μετά: «Στην πραγματικότητα, περισσότερο θυμίζει speed dating, όπου οι άνθρωποι απλώς κάθονται ο ένας απέναντι από τον άλλο σε ένα τραπέζι, καταλαβαίνοντας με τη μία αν θα παντρευτούν ή όχι». Στη συνέχεια, η Βικτόρια Χίσλοπ υπογράμμισε τη σημασία της φυσικής διάδρασης μεταξύ δημιουργών που προσφέρουν το Φεστιβάλ και η Αγορά: «Μετά το 2020, όταν πιστέψαμε προς στιγμήν ότι μπορούμε να διοικήσουμε τον κόσμο από μια οθόνη, δεν έχω πια καμία αμφιβολία ότι στην πραγματικότητα οι συναντήσεις πρόσωπο με πρόσωπο επανεπιβεβαιώνουν την ανθρώπινη φύση μας: μόνο όταν κοιτάς κάποιον στα μάτια, καταλαβαίνεις αν μπορείς να δουλέψεις μαζί του ή όχι. Η ανθρώπινη επαφή είναι απαραίτητη για τη δημιουργία ταινιών», κατέληξε σχετικά.
Μιλώντας για τη διαφορά στην αίσθηση της ταυτότητας μεταξύ Ελλάδας και Μεγάλης Βρετανίας, η Βικτόρια Χίσλοπ ανέφερε: «Στη Μεγάλη Βρετανία οι άνθρωποι δεν συνηθίζουν να μιλούν αμέσως για τους γονείς και τους παππούδες τους, ενώ στην Ελλάδα παρατηρώ πως πρόκειται για μια πολύ κοινή συνήθεια. Για παράδειγμα, έχω γνωρίσει τόσους πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι μου είπαν “η γιαγιά μου ήταν από τη Σμύρνη”. Οι άνθρωποι στην Ελλάδα έχουν, νομίζω, ιστορίες ταξιδιών και προσωπικές ιστορίες που πηγαίνουν δύο ή τρεις γενιές πίσω σε σύγκριση με το “είμαι Βρετανός, γεννήθηκα εκεί” που θα ακούσεις στη Μεγάλη Βρετανία».
Όσο για το αν υπάρχει κάτι που την τρομάζει σήμερα ως δημιουργό, η Βικτόρια Χίσλοπ δήλωσε: «Αν μου κάνατε την ίδια ερώτηση χθες, ίσως να έδινα διαφορετική απάντηση. Σήμερα, όμως, με τρομάζει το τι μπορεί να φέρει το καθεστώς του Τραμπ. Δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη εκτός από το “καθεστώς”, μιας και ό,τι συμβαίνει στην Αμερική συνήθως μεταφέρεται αρχικά στο Ηνωμένο Βασίλειο και μετέπειτα επηρεάζει την υπόλοιπη Ευρώπη. Φοβάμαι τόσο για τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο. Για παράδειγμα, φοβάμαι σήμερα για τις γυναίκες στην Αμερική επειδή έχει εκλεγεί ένας άντρας καταδικασμένος για σεξουαλικά εγκλήματα. Επομένως, αυτή είναι η απάντησή μου στις 6 Νοεμβρίου του 2024. Παρεμπιπτόντως, θα ήθελα απλώς να πω ότι όσον αφορά την Αγορά και το Φεστιβάλ γενικότερα, είμαι ενθουσιασμένη από το πόσες πολλές γυναίκες υπάρχουν στη βιομηχανία».
Σε ερώτηση για το αν σκοπεύει να παραμείνει στην Ελλάδα μακροπρόθεσμα, η Βικτόρια Χίσλοπ απάντησε: «Νιώθω ευλογημένη που έχω αυτά τα δύο διαβατήρια, αίσθημα που βίωσα κυρίως το 2020 όταν όλοι μας νιώσαμε παγιδευμένοι στον τόπο μας. Φοβόμουν ότι δεν θα μπορέσω ποτέ ξανά να φύγω από τη Μεγάλη Βρετανία και τότε σκέφτηκα –ίσως κάποιος γυρίσει κάποτε μια ταινία με αυτό το θέμα, είτε ουτοπική είτε δυστοπική– πώς θα ήταν αν είχαμε όλοι ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για κάποιον προορισμό. Από την πλευρά μου, είμαι σίγουρη ότι θα έπαιρνα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για την Ελλάδα. Ορισμένες φορές νομίζω ότι υπάρχουν μέρη στην Ελλάδα που είναι πιο κοντά στον παράδεισο από όσο πιστεύουν εκείνοι που γεννήθηκαν και ζουν εκεί. Η Θεσσαλονίκη είναι ένα είδος παράδεισου. Μια πόλη στη θάλασσα, γεμάτη φοιτητές και νέους ανθρώπους, με αίσθηση του ιστορικού παρελθόντος. Η σύνδεση αυτών των δύο στοιχείων συνιστά κάτι πολύ ιδιαίτερο», δήλωσε.
Αναφορικά με τη σχέση ανάμεσα στην εμπορικότητα και την πίστη ενός δημιουργού στην ιδέα του, η Βικτόρια Χίσλοπ έφερε ως παράδειγμα Το νησί, ένα από τα πιο επιτυχημένα βιβλία στην καριέρα της. «Όταν το έγραφα είχα την αίσθηση πως δεν ήταν εμπορικό, ωστόσο ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου να μην το γράψω. Αυτή την εβδομάδα, είδα και άκουσα παρουσιάσεις που με έπεισαν ότι το άτομο που παρουσιάζει είναι αδύνατον να μη γυρίσει κάποτε τη συγκεκριμένη ταινία. Το νησί απορρίφθηκε από πολλούς εκδότες και ατζέντηδες στην αρχή, οι οποίοι μου έλεγαν: “Μας αρέσει η ερωτική ιστορία, μας αρέσει το σκηνικό του ελληνικού νησιού, αλλά μπορείς να αφαιρέσεις τη λέπρα;”. Ήταν ένα θαύμα που αυτό το βιβλίο εκδόθηκε. Και αυτό συνέβη μόνο και μόνο επειδή κατέληξε στο γραφείο μιας νεαρής επιμελήτριας, ο πατέρας της οποίας ήταν γιατρός για ασθενείς με λέπρα στην Αφρική. Όταν υπάρχει λίγη τύχη και έχεις αρκετή πίστη στην ιστορία σου, όλα είναι πιθανά. Έχω ευχηθεί σε πολλούς ανθρώπους στη διάρκεια αυτής της εβδομάδας “καλή τύχη”, δεν εννοώ όμως καλή τύχη με την αστρική ή συμπαντική έννοια. Στην πραγματικότητα, εύχομαι αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν “bon courage” – να έχεις θάρρος και δύναμη. Η τύχη έχει να κάνει με το πώς εκμεταλλευόμαστε τις ευκαιρίες που μας δίνονται», ολοκλήρωσε σχετικά.