Δέκα ποιήτριες και ποιητές της νέας γενιάς συναντήθηκαν σήμερα επί σκηνής του 9ου Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών που διοργανώνεται στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης, «συστήνοντας» τα έργα τους στο αναγνωστικό κοινό.
Σε μια εκδήλωση με την οποία άνοιξε η αυλαία των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ, η Γεωργία Διάκου, η Ευσταθία Π (Τρία Έπσιλον), η Αδιάδνη Καλοκύρη, η Ηλέκτρα Λαζάρ, η Ιωάννα Λιούτσια, ο Άκης Παραφέλας, η Μαλαματή – Μαρία Πετρίδου, η Ελένη Σαμπάνη και ο Νίκος Φιλντίσης διάβασαν ποίηματά τους και μίλησαν για την προσωπική τους σχέση με την ποίηση.
Ο ποιητής και εκδότης Γιώργος Αλισάνογλου, ο οποίος έχει την επιμέλεια του φετινού Φεστιβάλ και ο ποιητής – μεταφραστής Αλέξιος Μάινας τους κάλεσαν ν’ απαντήσουν στο ερώτημα γιατί γράφουν και όλοι τους αφηγήθηκαν μέσα σε περίπου ένα λεπτό τη δική τους μικρή προσωπική ιστορία, ενδεικτικά αποσπάσματα της οποίας έχουν ως εξής:
Γεωργία Διάκου- Πώς το κάνω; Κάθομαι και γράφω. Είναι μια πολύ διαδικασία που σχετίζεται με την ύλη. Θα καθίσω στο γραφείο μου και θα γράψω. Από εκεί και πέρα όλο αυτό μπορεί να έχει μεταπλάσεις ή στάδια δουλειάς αλλά για εμένα αυτό το πολύ απλό, το οποίο επιστρέφει σε κάτι που μπαίνει πολύ μέσα στην καθημερινότητά μου και τη ζωή μου, είναι αυτό που με γειώνει και με κρατάει σε σύνδεση […] Μπορώ να δω εμένα και άρα μπορώ να δω τον κόσμο.
Ευσταθία Π (Τρία Έπσιλον)- Πρωτίστως για μένα τα πάντα είναι πολιτικά και το πολιτικό σημαίνει ότι οποιαδήποτε διάσταση της ζωής μας είτε αυτή αφορά το πολύ υποκειμενικό και προσωπικό είτε αυτό αφορά κάτι που συμβαίνει αυτή τη στιγμή, του οποίου και είμαστε κομμάτι του […] Ο βασικός λόγος που συνεχίζω και προσπαθώ να έχω μια συνέπεια πρώτα απέναντι στον εαυτό μου και δευτερευόντως απέναντι στους ανθρώπους που διαβάζουν αυτά που γράφω είναι ότι διαβάζω πολύ, παρατηρώ πολύ, βλέπω πολλές ταινίες και στο τέλος της ημέρας κάτι μέσα μου είναι εκεί, δεν δουλεύει. Και τότε είναι που θα προσπαθήσω να το βάλω σε λέξεις.
Αριάδνη- Προσεγγίζω τη συγγραφή σαν ένα εργαλείο που με βοηθάει να οργανώνω στο μυαλό μου αυτά που παρατηρώ, αυτά που συμβαίνουν […] Μεταπλάθω μέσα από τις μικρές ιστορίες αυτό που εξελίσσεται γύρω μου ή πιο μακριά -με μεγαλύτερη δυσκολία πλησιάζω αυτά που συμβαίνουν πιο μακριά αν και είναι στόχος μου να το πλησιάσω αυτό- και χρησιμοποιώ υλικά τα οποία είναι πραγματικά: αντικείμενα, φυτά, ό,τι υπάρχει γύρω μας και είναι αληθινό ώστε κάπως να με κατευθύνει και να μπορέσω μέσα σε αυτή τη δομή να κάνω κάτι άλλο και να αλλάξω αυτό το αυστηρό που βλέπω και με παγιδεύει ενδεχομένως.
Βίκυ Κατσαρού- Εγώ γράφω γιατί νοιάζομαι. Αν μπορώ να βρω κοινό τόπο και στα τρία βιβλία που έχω εκδώσει μέχρι τώρα είναι ότι προσπαθώ να φοράω προσωπεία γυναικών από πολύ παλιά, από την Εύα και τον Κήπο της Εδέμ, αργότερα μια Πολωνή τσιγγάνα ποιήτρια την Μπρονισλάβα Βάις, που ήταν καταραμένη γιατί έγραφε ποιήματα και τώρα με τις Χαρακίδες. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ να εκφράζω τη γυναίκα.
Ηλέκτρα Λαζάρ- Εμένα με έχει προβληματίσει πάρα πολύ το συγγραφικό υποκείμενο, τι υποκείμενο είναι. Αν είναι επαναστατικό, αν είναι επαναστατημένο, ναρκισσιστικό… γιατί γράφει αυτός που γράφει. Δεν έχει φωνή και θέλει να τη βρει; […] Το δικό μου σχήμα για ν’ αποπειραθώ ν’ απαντήσω (στην ερώτηση γιατί γράφω) είναι κάτι το οποίο χρειάστηκε να γυρίσω πολλά χρόνια πίσω, στη Μεγάλη Βρετανία, για να το βρω και είναι η ιστορική ύπαρξη του αμαρτοφάγου (sin-eater), ο οποίος καλούνταν από την κοινωνία για να φάει τις αμαρτίες του νεκρού. Ήταν απόβλητος, παρακμιακός και τον καλούσαν όταν κάποιος είχε πεθάνει για να φάει τις αμαρτίες αυτού που είχε πεθάνει. Έβαζαν πάνω στο σώμα του πεθαμένου αλατισμένο ψωμί και μπύρα – αυτές ήταν οι αμαρτίες, και όσο κατανάλωνε αμαρτίες τόσο ήταν και πιο έξω από την κοινωνία. Ήταν ο άνθρωπος εκείνος που έτρωγε συμβολικά τις ανομολόγητες αμαρτίες του θανόντος . Αυτό υπάρχει μέχρι και τις μέρες μας και είναι οι λεγόμενοι καλλιτέχνες.
Ιωάννα Λιούτσια- Για εμένα η ποίηση είναι κάτι πολύ βιωματικό χωρίς να σημαίνει ότι είναι αυτοβιογραφικό. Βιωματικό για εμένα μπορεί να είναι οποιαδήποτε σκέψη έχω κάνει, μια συζήτηση…
Κάνοντας δε, τη σύνδεση με τις θεατρικές της ιδιότητες αναφέρθηκε στην παρατήρηση των ανθρώπων, στο γεγονός δηλαδή ότι «μπορείς να τους τοποθετήσεις στον χώρο και τον χρόνο, να μπεις κάπως στα παπούτσια τους, όταν θέλεις να υποδυθείς έναν ρόλο. Κάπως έτσι μπορείς να κάνεις και το βίωμα το δικό του, δικό σου στο ποίημα σου».
Ακης Παραφέλας- Δεν ξέρω (γιατί γράφω). Θα μπορούσα απλώς να πω γιατί επιζητώ να συνδεθώ- και όχι με την έννοια την ευθύγραμμη αλλά τη συγκρουσιακή. Τη στιγμή όμως που το λέω και το σκέφτομαι μου φαίνεται μια αφόρητη κοινοτοπία. Στην πραγματικότητα βαθιά μέσα μου δεν ξέρω γιατί γράφω. Με τρομοκρατούν αυτοί οι ορισμοί προσωπικά και η αντίδρασή μου είναι ότι πρέπει να τους τρομοκρατεί κανείς και λίγο πίσω.[ Με ενδιαφέρει, δηλαδή, η ποίηση που καταφέρνει να διαφεύγει από αυτούς τους ορισμούς, γιατί εγώ εκεί μπορώ να την εντοπίζω […] Με ενδιαφέρουν οι στιγμές της διαφυγής κι εκεί είναι για μένα και ο ριζοσπαστικός πολιτικός της χαρακτήρας.
Μαλαματή-Μαρία Πετρίδου- Αν περάσουν δυο-τρεις μέρες που δεν έχω γράψει κάτι αισθάνομαι πως έχω κάτι παχύρρευστο μέσα μου που θα με πλακώσει και θα κοπεί η ανάσα μου, οπότε γι’ αυτό γράφω […] Η γλώσσα είναι κάτι που μου αρέσει να το κατακερματίζω, να παίζω. Αισθάνομαι κάθε φορά που ξεκινάω να γράφω πως ξαναγίνομαι βρέφος κατά μία έννοια και ανακαλύπτω ξανά και ξανά τον κόσμο μ’ έναν λίγο πιο «κουνημένο» τρόπο.
Ελένη Σαμπάνη- Η γραφή είναι σχέση. Η σχέση μας με τον κόσμο ουσιαστικά. Πιστεύω πάρα πολύ βαθιά ότι η συνάντηση είναι πολιτική πράξη. Όλα είναι πολιτικά για μένα: ο τρόπος που θα κοιτάξεις, ο τρόπος που θα ερωτευτείς, ο τρόπος που θα συγκρουστείς είναι βαθιά πολιτικά πράγματα. Για εμένα, ο τρόπος που συναντάω τα συναισθήματά μου, τις ιδέες μου, που θα φτιάξω σχέσεις είναι ο τρόπος που θα γράψω, ο τρόπος που θα ζήσω τη ζωή και τελικά ο τρόπος που θα φτιάξουμε μια κοινωνία.
Ο Νίκος Φιλντίσης ταυτίστηκε με τη θέση της Μαλαματής-Μαρίας Πετρίδου για το πώς ξεκινάμε να πλάθουμε τον εαυτό μας, ενώ αναφέρθηκε και στη σχέση του ποιητή με τις λέξεις και την ανάγκη του πολλές φορές να επαναμαγεύσει, όπως χαρακτηριστικά είπε τις λέξεις.
«Αυτό το παιχνίδι με τις λέξεις είναι εκεί και μας κρατάει ζωντανούς. Ωστόσο η ποίηση δεν γράφεται ad hoc σ’ ένα παιχνίδι με τις λέξεις. Υπάρχει μια τεχνική αλλά από εκεί και πέρα είναι και το νόημα πίσω από τις λέξεις, βάζεις την ιστορία, φτιάχνεις το σύμπαν που μπορείς να πεις τη δική σου ιστορία […] Ξεκινάμε γλωσσικά και από εκεί και πέρα, όπως ακριβώς μαγειρεύουμε, βάζουμε τις συνταγές για να φτιάξουμε ένα παραμύθι χωρίς να εκβιάζουμε το συναίσθημα του αναγνώστη».
Ανάμεσα στο κοινό της σημερινής πρώτης εκδήλωσης ήταν και ο νεοελληνιστής καθηγητής Βασίλης Λαμπρόπουλος, κάτοχος της Έδρας Νεοελληνικών Σπουδών Κ.Π. Καβάφη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (ΗΠΑ), ο οποίος αύριο (Κυριακή) θα μιλήσει στο πλαίσιο του 9ου Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών για το ποιητικό τοπίο των νέων στην Ελλάδα, ενώ ο ποιητής-μεταφραστής Αλέξιος Μάινας θα συμβάλλει με ερωτήματα πάνω σε προβληματισμούς για θέματα σύγχρονης ποιητικής._